//
Το πρόβατο της φυλής Κατσικά Ιωαννίνων είναι λιτοδίαιτο και ζωηρού χαρακτήρα, με πολύ καλή προσαρμογή και αντοχή στις αντίξοες εδαφοκλιματικές συνθήκες της Ηπείρου και κυρίως στις χαμηλές θερμοκρασίες του χειμώνα. Η φυλή έχει προκύψει από διασταυρώσεις του Ορεινού Ηπειρωτικού (Βλάχικου) με το Καραμάνικο πεδινό πρόβατο (προέλευση Κεντρική Τουρκία). Δημιουργήθηκε στο Λεκανοπέδιο Ιωαννίνων και συγκεκριμένα στην Κοινότητα Κατσικά, από όπου έλαβε και το όνομά του. Σήμερα, ο εκτρεφόμενος πληθυσμός ο οποίος έχει ενταχθεί σε Πρόγραμμα Γενετικών Πόρων στην Κτηνοτροφία, περιλαμβάνει 75 αρσενικά και 1431 θηλυκά άτομα, διατηρούμενα στις περιοχές της Γότιστας και του Πωγωνίου του νομού Ιωαννίνων σε 4 αμιγή ποίμνια.
Κατά τους χειμερινούς μήνες, τα πρόβατα βόσκουν σε κοινόχρηστους βοσκοτόπους της περιοχής, ενώ παράλληλα τους χορηγούνται χονδροειδείς ζωοτροφές και μίγματα συμπυκνωμένων ζωοτροφών. Κατά το τέλος της άνοιξης, τα ποίμνια μετακινούνται στους πλούσιους ορεινούς βοσκοτόπους του νομού, όπου παραμένουν μέχρι τα μέσα φθινοπώρου καλύπτοντας τις διατροφικές τους ανάγκες σχεδόν αποκλειστικά από τη βόσκηση.
Γενικά
Το Ορεινό πρόβατο Ηπείρου θεωρείται ότι έχει προκύψει από τη Βλάχικη φυλή. Πρόκειται για μικρόσωμο πρόβατο προσαρμοσμένο στον ημιεκτατικό τρόπο εκτροφής στους ορεινούς όγκους της Ηπείρου. Στην τελευταία, έχουν καταγραφεί από το Κ.Ζ.Γ.Π. Ιωαννίνων, 9 εκτροφές με 1.850 προβατίνες και 119 κριούς αναπαραγωγής της συγκεκριμένης φυλής (Αύγουστος 2023).
Η Καλαρρύτικη φυλή συνιστά μια από τις διάφορες παραλλαγές του Ηπειρώτικου Ορεινού προβάτου. Η ονομασία του προέρχεται από το χωριό Καλαρρύτες της Π.Ε. Ιωαννίνων, όπου κατά το παρελθόν διατηρείτο σε μεγάλους αριθμούς (120.000 πρόβατα). Εικάζεται ότι έχει προκύψει από διασταύρωση του Ορεινού προβάτου με τη φυλή Comisana της Σικελίας. Σύμφωνα με το επίσημο πληροφοριακό σύστημα της Ελλάδας για τους γενετικούς πόρους των αγροτικών ζώων (EFABIS) κατά το 2021 ο πληθυσμός ανέρχονταν σε 7.685 προβατίνες και 507 κριούς σε 31 εκτροφές στις Π.Ε. Ιωαννίνων, Λάρισας, Τρικάλων και Καρδίτσας διατηρούμενα, στην πλειοψηφία τους, κατά το μετακινούμενο σύστημα εκτροφής. Την καλοκαιρινή περίοδο τα ζώα μεταφέρονται σε βοσκοτόπους της οροσειράς των Τζουμέρκων όπου η διατροφή τους στηρίζεται σχεδόν αποκλειστικά στη βόσκηση. Τη χειμερινή περίοδο τα ζώα εκμεταλλεύονται τους πλούσιους φυσικούς και τεχνητούς λειμώνες των πεδινών περιοχών της Θεσσαλίας, ενώ υπάρχουν και ποίμνια που παραμένουν σταβλισμένα σε ορεινές κοινότητες της Π.Ε. Ιωαννίνων.